Ασθενείς και ιατροί δείχνουν ενδιαφέρον για την τηλεϊατρική
6 Μαΐου 2020
6 Μαΐου 2020
Η βελτιωμένη τεχνολογία και η αυξημένη πρόσβαση σε έξυπνες συσκευές έχουν επιτρέψει σε άτομα όλων των ηλικιών να χρησιμοποιούν την τεχνολογία σε όλες τις πτυχές της ζωής τους, με την υγεία να μην αποτελεί εξαίρεση. Πολλά συστήματα υγείας έχουν ήδη εφαρμόσει στρατηγικές σχετικά με την ψηφιακή υγεία, αλλά οι στρατηγικές αυτές διαφέρουν από χώρα σε χώρα. Κυβερνήσεις, όπως της Γερμανίας και της Ολλανδίας, στοχεύουν στην ευρύτερη πρόσβαση στην ψηφιακή υγεία και ενθαρρύνουν την ανάπτυξή της. Στην Ολλανδία, ο στόχος είναι να επιτρέπεται στους ασθενείς να έχουν πρόσβαση στα ιατρικά τους αρχεία, να παρακολουθούν την υγεία τους και να μοιράζονται δεδομένα με τους παρόχους υγείας και, εν τέλει, να μπορούν να επικοινωνήσουν με τον πάροχό τους 24 ώρες την ημέρα μέσω τηλεϊατρικής. Αυτά αναμένεται να επιτευχθούν με κυβερνητικές δράσεις που υποστηρίζουν καινοτόμες ψηφιακές υπηρεσίες υγείας, διευκολύνουν την κοινή χρήση ψηφιακών δεδομένων και μοιράζονται την ψηφιακή τεχνογνωσία. Στη Γερμανία, οι ιατροί είναι σε θέση να συνταγογραφούν ψηφιακά χρησιμοποιώντας εφαρμογές (κινητών τηλεφώνων), καθώς και να παρέχουν υπηρεσίες τηλεϊατρικής. Επιπλέον, η Γερμανία σχεδιάζει να εισαγάγει ηλεκτρονικά αρχεία υγείας για τους ασθενείς έως το 2021.
Οι παραπάνω ενέργειες είναι σαφή παραδείγματα ανταπόκρισης των κυβερνήσεων στις ανάγκες των πολιτών για ψηφιακές παροχές υγείας. Σύμφωνα με έρευνα, η χρήση της τεχνολογίας στον χώρο της υγείας έχει αυξηθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, ιδίως στη μέτρηση της φυσικής κατάστασης και στην παρακολούθηση γενικότερων θεμάτων υγείας. Προς το παρόν, τα «έξυπνα» ρολόγια και οι εφαρμογές των κινητών μπορούν να βοηθήσουν τους ανθρώπους να παρακολουθούν την υγεία και την φυσική τους κατάσταση (ποιότητα ύπνου, διατροφικούς στόχους, άσκηση) και άλλους δείκτες σχετικούς με την υγεία (αρτηριακή πίεση, σφυγμός, αναπνοή), να λαμβάνουν ειδοποιήσεις ή υπενθυμίσεις για τη λήψη φαρμάκων, καθώς και να μετρούν, καταγράφουν, και διαμοιράζουν δεδομένα σχετικά με φάρμακα ή θεραπείες. Η πλειοψηφία των ανθρώπων δοκιμάζει, ή ενδιαφέρεται να δοκιμάσει, την τηλεϊατρική. Ο κύριος λόγος είναι η άνεση που προσφέρει. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον αποτελεί το γεγονός ότι ασθενείς με χρόνιες νόσους, καθώς και εκείνοι των οποίων η κατάσταση της υγείας τους έχει σημαντικό αντίκτυπο στην ποιότητα της ζωής τους, είναι πολύ ικανοποιημένοι από την τηλεϊατρική συμβουλευτική.
Φυσικά, τα νοσοκομεία και άλλοι φορείς υγείας πρέπει να εξετάσουν το ενδεχόμενο να εκπαιδεύσουν τους κλινικούς ιατρούς για τη διεξαγωγή τηλεϊατρικής συμβουλευτικής. Με βάση έρευνες, οι ασθενείς βαθμολογούν την «εξατομίκευση της φροντίδας» ως κορυφαία προτεραιότητά τους, ακολουθούμενη από το κόστος και την άνεση. Η εξατομίκευση της φροντίδας αναφέρεται σε εμπειρίες, όπως αίσθημα κατανόησης ή βιασύνης από τον ιατρό, και σαφής κατανόηση των οδηγιών που λαμβάνουν. Ως εκ τούτου, οι κλινικοί ιατροί πρέπει να λάβουν τα παραπάνω υπόψη τους όταν προσφέρουν υπηρεσίες τηλεϊατρικής, δεδομένου ότι η τηλεϊατρική είναι μια μεγάλη ευκαιρία για να επεκτείνουν το δίκτυό τους. Με βάση τα πρόσφατα δεδομένα των ΗΠΑ, η αυξανόμενη ζήτηση των ασθενών οδήγησε σε διπλά αυξημένο ενδιαφέρον των κλινικών ιατρών για την παροχή υπηρεσιών τηλεϊατρικής. Πιο συγκεκριμένα, υπάρχει ένα ποσοστό ασθενών που θα άλλαζαν τον ιατρό τον οποίο είχαν για λιγότερο από ένα χρόνο για να κάνουν τηλεϊατρική συμβουλευτική. Έτσι, η τηλεϊατρική έχει οφέλη και για τις δύο πλευρές, ιατρούς και ασθενείς. Η υιοθέτηση της τηλεϊατρικής θα μπορούσε να επεκτείνει το εν δυνάμει πελατολόγιο των ιατρών και άλλων παρόχων υγειονομικής περίθαλψης και να διευκολύνει την πρόσβαση των ασθενών στο σύστημα υγείας.